Meet Joe Black (1998)

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑ Ο ΤΖΟ ΜΠΛΑΚ; Μα, θα απορήσει κάποιος, η ταινία μάς το δηλώνει ξεκάθαρα. Προς τι η διερώτηση; Υπάρχουν πολλές και διαφορετικές απαντήσεις; Φυσικά και υπάρχουν. Γιατί όλη αυτή η μεθυστική σχεδόν αφήγηση του Martin Brest μπορεί να μας παρασύρει σε ένα ταξίδι -που το θεωρώ από τα ωραιότερα που έχω παρακολουθήσει, και δεν έχω παρακολουθήσει λίγα-, το ταξίδι που είναι πέρας και αρχή και δεν χρειάζονται περαιτέρω διασαφήσεις για το προφανές του ζητήματος, όμως αυτό είναι ένα από τα επίπεδα που κινείται η εξαιρετική και αριστοτεχνικά δομημένη αυτή ταινία. Και μπορεί η θεσπέσια μουσική του Thomas Newman να μας υποβάλει σε μια διαρκή ενδοσκοπική καταρρίχηση που δεν επιτρέπει διαφυγές προς άλλα ερμηνευτικά σύμπαντα όμως το ερώτημα που έθεσα στην αρχή του κειμένου δεν είναι τόσο εύκολο να το απαντήσει κάποιος και να μην αισθανθεί πως η απάντησή του είναι ανεπαρκής και απλοϊκή ακόμα.

Γιατί η δική μου ματιά θέλει τον Τζο Μπλακ να είναι ο εαυτός μας. Και ακόμα βαθύτερα, ο κρυφός, βαθιά χωμένος, στο γνόφο του είναι εαυτός μας. Αυτός που έρχεται από πολύ μακριά, από τα έγκατα της ίδιας της Δημιουργίας. Αυτός που όταν έρχεται στη ζωή μας, το συναπάντημα μαζί του είναι φοβερό, μοιραίο, καθοριστικό αλλά και λυτρωτικό μαζί. Γιατί στη σχέση μας με αυτόν δεν χωράει τίποτα παρά μονάχα το αληθές. 

Έτσι τουλάχιστον βλέπω εγώ τον υπέροχο, ξανθό πρίγκιπα Brad Pitt που υποδύεται με μια ευθραυστότητα και αλήθεια που σπάνια μπορεί κανείς να θαυμάσει στην ιστορία του κινηματογράφου, τον περίφημο Τζο Μπλακ τον αινιγματικό και μυστηριώδη. Γιατί ο Τζο Μπλακ από μια άποψη ‘δεν υπάρχει’ και η σαγηνευτική αμηχανία του ενσαρκωμένου στο πρόσωπο του Τζο Μπλακ το αναδεικνύει ανάγλυφα και πειστικά. Κάτι περισσότερο από πειστικά, καθηλωτικά. Κι αν από τη μια ο Τζο Μπλακ ‘δεν υπάρχει’, από την άλλη είναι ό,τι πιο αληθινόυφίσταται. Μη πραγματικός αλλά απόλυτα αληθινός, αυτός είναι διφυής ‘χαρακτήρας’ του Τζο Μπλακ όπως μας τον φιλοτεχνεί ο σκηνοθέτης και μας τον αποδίδει εξαιρετικά. Και το εκπληκτικό είναι ότι ο Μπραντ Πιτ το υπηρετεί μαγικά όλο αυτό πραγματοποιώντας μια από τις σπουδαιότερες ερμηνείες στην καριέρα του. Δίπλα του ο Anthony Hopkins και η Claire Forlani στέκουν ισοϋψείς και εξίσου υπέροχοι υφαίνοντας με τις μνημειώδεις ερμηνείες τους την όλη ιστορία με μια αρτιότητα που μοιάζει απίστευτη. 

Μα ακόμη κι αν ερωτηθείτε από κάποιον, η ταινία αυτή είναι κωμωδία, είναι δράμα, είναι ένα δακρύβρεχτο ρομάντσο, είναι επιστημονική φαντασία… μα τι είναι επιτέλους;, δεν είναι και τόσο απλή ούτε αυτή η απάντηση. Έτσι συμβαίνει με τις σπουδαίες ταινίες,  μοιάζουν με τη ζωή. Είναι και δραματικές, είναι και κωμικές, είναι γλυκές και πικρές, είναι τα πάντα. Και ως που να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου έχουν κιόλας τελειώσει. Τρίωρη η ταινία μας και τρέχει σαν νεράκι. Δεν θέλεις να ξεκολλήσεις από την οθόνη, εύχεσαι να διαρκούσε ακόμη πιο πολύ. Ακριβώς όπως η ομορφιά και η χαρά στη ζωή μας.

Όμως, υπάρχει μια ‘ειδοποιός’ όπως λέμε διαφορά: στη ζωή κάθε στιγμή είναι μοναδική και το βέλος του χρόνου δείχνει προς μια μονάχα κατεύθυνση. Με τις ωραίες ταινίες όμως δεν είναι έτσι. Γιατί μπορείς να τις απολαύσεις ξανά και ξανά, όσες φορές θες και να βιώσεις το ‘θαύμα’ από την αρχή. Και μάλιστα, κάθε φορά να κάνεις άλλες σκέψεις, να στέκεσαι σε άλλα σημεία, να τις συζητάς με νέους φίλους, να ταξιδεύεις ξανά. Όσες φορές θέλεις. 

Και η ανυπέρβλητη μαγεία του κινηματογράφου δεν τελειώνει ποτέ…