Το Μικρό Ψάρι
Το μικρό ψάρι (2014)
Το γοητευτικό στοιχείο με τις νουάρ ταινίες είναι πως ό,τι βλέπεις με τα μάτια του ήρωα είναι ολόκληρο το σύμπαν. Δεν υπάρχει τίποτα που να ορίζεται διαφορετικά, που να τολμά να σκεφτεί να ζήσει ή να ανασάνει διαφορετικά. Το αλλιώς δεν προκύπτει παρά μονάχα γεννιέται μέσα στο μυαλό του ήρωα. Αν αλλάζει κάτι είναι προϋπάρχουσες ενέργειες που βρίσκουν διέξοδο στις πράξεις, στην δράση του ενός ανθρώπου γύρω από τον οποίο κινείται όλο αυτό το σύμπαν. Δημιουργός και μαζί δημιούργημα, ιχνηλάτης και μαζί εξερευνητής, εχθρός και φίλος, ό,τι ανθίζει στο βιότοπο αυτό είναι δικό του. Αληθινό και κίβδηλο, υποστατό ή φαντασιακό. Αυτό είναι το ταξίδι και σ’αυτό καλείσαι να συμμετέχεις. Από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό.
Ο Στράτος είναι ακριβώς ο ντεσπεράντο μιας σύγχρονης όσο και αρχαίας εποχής, μιας παλιάς όσο και σημερινής κοινωνίας. Μοναχικός, σιωπηλός, παρατηρεί, κινείται, δρα, σχετίζεται με την βέλτιστη οικονομία και τον ελάχιστο δυνατό ‘θόρυβο’. Απ’την αρχή κιόλας σού γνωρίζεται. Έχει το ύφος και το βάδισμα του ανθρώπου που τον σκιάζει κάτι πολύ βαρύ και ταυτόχρονα τον περιμένει κάτι πολύ μεγάλο. Το βλέμμα του είναι ό,τι μπορεί να αποτυπώσει και να αποδώσει όσα περιέχει, όσα τον έχουν σκοτώσει άπειρες φορές στο παρελθόν, όσα τον κυνηγούν στον ύπνο και τον ξύπνιο του. Το βλέμμα του και τίποτε πέραν αυτού.
Ο Στράτος κουβαλάει τους νεκρούς του. Με μυητική σιγή και πειθαρχία πολεμιστή. Προσέχει τα βήματά του και παλεύει να μην εκτραπεί από τη χυδαιότητα και τη νοσηρότητα ολόγυρά του. Φυσικά δεν είναι άγιος. Δεν υπήρξε ποτέ κάτοικος ‘της άλλης όχθης’. Είναι ένας γνήσιος ‘καταραμένος’ όμως πλέον έχει την επίγνωση του τέλους κι αυτό τον κάνει να μοιάζει με φάντασμα. Αόρατος, άυλος, ιεροπρεπής.
Και βέβαια υπάρχει και το πρωτόκολλο. Αυτό που κάθε τέτοιος ήρωας έχει, υπηρετεί και σέβεται. Όλες οι επαναστάσεις του σύμπαντος δεν τον μετακινούν ούτε εκατοστό από τούτο το αυστηρό πρωτόκολλο. Και αυτό σχηματίζει και τους αστερισμούς στο δικό του ουρανό. Όλα είναι τοποθετημένα εκεί από την Ανάγκη και τη Δύναμη μιας ολόκληρης ζωής. Γαλαξίες και άστρα, πλανήτες και κομήτες έχουν τις τροχιές τους, την ομορφιά τους, την σιωπηλή μεγαλοσύνη τους. Όμως το στερέωμα είναι πολύ σκοτεινό και το φως από κει δεν μπορεί πια να αλλάξει τίποτα σε ό,τι είναι προκαθορισμένο να γίνει.
Το πρωτόκολλο θα τηρηθεί ως το τέλος. Η αποστολή θα ολοκληρωθεί. Με κάθε κόστος. Όποιο κι αν είναι.
Δυο βασικά στοιχεία με ‘έζωσαν’ σ’αυτή την ταινία. Ο Βαγγέλης Μουρίκης και το δυνατό και ‘σωστό’ τέλος της αφήγησης. Για το δεύτερο δεν θα πω τίποτα καθώς έτσι προδίδεται η ιστορία. Το μόνο που ‘δικαιούμαι’ να πω ότι η λέξη ‘αποκατάσταση’ ήταν η πρώτη που μου ήρθε στο νου.
Για το Μουρίκη όμως αξίζει να πει κανείς πολλά. Και κυρίως αξίζει να τον δει. Και να τον προσέξει. Άλλωστε σε αναγκάζει ο ίδιος σ’αυτό. Σε καθίζει στην καρέκλα σου και δεν θέλεις να διακόψεις την απόλαυση της ταινίας ούτε στιγμή.
Νομίζω πως έχει να κάνει πρώτιστα με το πρόσωπό του. Ένα σκληρό αλλά ‘έντιμο’ πρόσωπο. Το πρόσωπο ενός ανθρώπου που έχει περάσει πάρα πολλά και δεν επιθυμεί να τα κρύψει ούτε να τα σβήσει. Είναι αμυχές και ρυτίδες, πληγές και τραύματα ψυχής που το πρόσωπο αποτυπώνει. Κι ύστερα είναι η οικονομία της ερμηνείας του. Βασισμένη στο αλάνθαστο δόγμα της λιτότητας, της απλότητας, της αμεσότητας. Κανένα δήθεν, κανένα παραπανίσιο στοιχείο. Όσα έχουν σημασία δεν πρέπει να καπελώνονται από φτιασιδώματα υποκριτικής και ο Οικονομίδης το διδάσκει προφανώς τέλεια στους ηθοποιούς του. Η ένταση και η φωτιά είναι αλλού. Όλα τα υπόλοιπα είναι οχήματα, είναι σκεύη, είναι φορείς.
Παρακολουθώ τις ταινίες του Γιάννη Οικονομίδη από την αρχή. Με το Σπιρτόκουτο (2002), την Ψυχή στο Στόμα (2006) και τον Μαχαιροβγάλτη (2010). Κι έχω γράψει κάποιες σκέψεις γι αυτές και για τη γραφή του σκηνοθέτη. (Εδώ) Οφείλω να πω ότι ο σκηνοθέτης όχι μόνο σέβεται αλλά και εξελίσσει ‘ομαλά’ τη γραφή του και δεν την προδίδει όλα αυτά τα χρόνια. Υπάρχουν πάντα τα ‘αγαπημένα’ – για πολλούς αποκρουστικά πάντως - στοιχεία που σόκαραν από την πρώτη ταινία. Η περίφημη ‘λεκτική βία’, η ένταση, το ηφαιστειώδες και το… ταραξιακό στην συμπεριφορά όλων των ηρώων. Οι μετωπικές ‘επιθέσεις’, το στρεσογόνο περιβάλλον που υφίστανται οι ήρωες. Στο Μικρό Ψάρι όλα αυτά υπάρχουν αν και με κάποια… περιστολή θα έλεγα. Ίσως για λόγους μέριμνας. Η ταινία αυτή απευθύνεται σε ευρύτερο κοινό, διεθνές κοινό (ως Stratos διανέμεται στο εξωτερικό). Ίσως πάλι για λόγους καθαρά σκηνοθετικούς, λειτουργικούς.
Το μόνο πρόβλημα που εντόπισα και που με ξένισε κάπως ήταν ο ρυθμός. Έχω την αίσθηση πως αν η ταινία ήταν 15 ή 20 λεπτά μικρότερη θα είχε μεγαλύτερο ‘νεύρο’ με την ίδια δύναμη. Αν δει κανείς το Σπιρτόκουτο μετά το Μικρό Ψάρι θα υποστεί σίγουρα ένα σοκ… Παρ’όλα αυτά, η δίωρη ταινία δεν ‘κρεμάει’ ούτε σε αποπροσανατολίζει. Κι έτσι το ζήτημα που προσωπικά εντόπισα είναι δευτερεύον. Το… αίμα της ταινίας είναι αλλού.
Όποιες κι αν είναι οι… ιδεολογικές ή αισθητικές ενστάσεις για τις δημιουργίες του Οικονομίδη, το βέβαιο είναι πως έχεις να κάνεις με έναν έντιμο και ‘καθαρό’ σκηνοθέτη. Ένα σκηνοθέτη που δεν… κρύβεται πίσω από ευκολίες και ωραιοποιήσεις, δεν… χαρίζει κάστανα και δεν… θωπεύει το κοινό. Η γραφή και η ματιά του έχουν τραχύτητα αλλά αισθάνεσαι πως έχεις να… αντιμετωπίσεις κάτι πρωτογενές, ρωμαλέο και θρασύ. Κάτι που σε κοιτάει στα μάτια όπως το κοιτάς κι εσύ. Κάτι που χύνει το αίμα του και δεν παραδίδεται εύκολα και σε κανέναν. Δεν αποζητά την… συμπάθεια του θεατή, δεν κολακεύεται με σχόλια, δεν μαυλίζεται και δεν ξεγελιέται από χαμόγελα συγκατάβασης.
Θα τελειώσω με κάποιες σκέψεις που είχα γράψει για τις τρεις πρώτες ταινίες. Νομίζω πως ισχύουν στο ακέραιο και για το Μικρό Ψάρι.
Μετά το τέλος των μαχών, οι αρχαίοι τηρούσαν πάντα ένα κώδικα. Σχεδόν πάντα απαραβίαστο, σχεδόν πάντα μέσα στην οσμηρή σιωπή του τοπίου. Να περισυλλέγουν οι ζωντανοί τους νεκρούς, σε μια τελετουργία ύστατης αντιπροσώπευσης της ζωής στο θάνατο. Γιατί τους νεκρούς ήρωες τους φροντίζουν οι ζώντες συνάδελφοί τους. Οι σύντροφοι και συμμαχητές που λίγο πριν στέκονταν δίπλα τους και ούρλιαζαν τις ίδιες ιαχές κάτω απ'τον ίδιο ήλιο.
Αισθάνεσαι πως στις ταινίες του Οικονομίδη δεν συγχωρεί η Ειμαρμένη ούτε κι αυτή την πολυτέλεια.